ΘΕΜΑ Β
Ι.α) Στον άνδρα η μείωση γίνεται στους όρχεις, ενώ στη γυναίκα στις ωοθήκες, αφού :
- στην περιφέρεια των σπερματικών σωληναρίων των όρχεων υπάρχουν τα πρόδρομα γεννητικά κύτταρα, τα σπερματογόνια (με 46 χρωμοσώματα), που διαιρούνται μιτωτικά και δίνουν τα σπερματοκύτταρα. Αυτά με μειωτική διαίρεση θα δώσουν τις σπερματίδες (με 23 χρωμοσώματα η καθεμία) που τελικά, μετατρέπονται σε σπερματοζωάρια.
- τα πρόδρομα γεννητικά κύτταρα της γυναίκας είναι τα ωογόνια, τα οποία πολλαπλασιάζονται μιτωτικά και μεταμορφώνονται σε ωοκύτταρα (με 46 χρωμοσώματα το καθένα). Κάθε ωοκύτταρο βρίσκεται μέσα σε ένα ωοθυλάκιο και όταν μπει στο στάδιο της ωρίμανσης, υφίσταται μειωτική διαίρεση, από τη οποία θα προκύψει ένα μικρό κύτταρο (πολικό σωμάτιο) και ένα μεγάλο, που θα εξελιχτεί σε ωάριο (με 23 χρωμοσώματα).
Τα σπερματοζωάρια από τον κόλπο της γυναίκας, και διά μέσου της μήτρας κατευθύνονται προς τους ωαγωγούς (σάλπιγγες). Αν εκεί τύχει να υπάρχει ένα ωάριο, είναι πολύ πιθανό να συμβεί γονιμοποίηση. (Σχολικό Βιβλίο, σελ. 210-211)
β) Η μείωση είναι ο μηχανισμός που μειώνει κατά το ήμισυ τον αρχικό αριθμό χρωμοσωμάτων, και από ένα διπλοειδές κύτταρο, με 46 χρωμοσώματα, προκύπτουν απλοειδή κύτταρα, με 23 χρωμοσώματα καθένα (γαμέτες).
Με τη γονιμοποίηση δύο απλοειδείς γαμέτες, με 23 χρωμοσώματα ο καθένας, συντήκονται (23 + 23 = 46) και δίνουν ένα διπλοειδές κύτταρο, το ζυγωτό με 46 χρωμοσώματα, από το οποίο θα προκύψει ο νέος οργανισμός. (Σχολικό Βιβλίο, σελ. 211)
γ) Η γυναικεία στειρότητα οφείλεται κυρίως στην ανεπάρκεια παραγωγής ωαρίων.
Σήμερα υπάρχει η δυνατότητα χορήγησης ορμονών με σκοπό την πρόκληση πολλαπλής ωοθυλακιορρηξίας, με πιθανή συνέπεια την πολλαπλή κύηση. Τα ζευγάρια έχουν επίσης τη δυνατότητα να επιλέξουν κάποιο είδος τεχνητής γονιμοποίησης. Στην εξωσωματική γονιμοποίηση διεγείρονται ορμονικά οι ωοθήκες για να παραγάγουν πολλά ωάρια. Τα ωάρια αυτά αφαιρούνται και στη συνέχεια γονιμοποιούνται σε δοκιμαστικό σωλήνα. Το γονιμοποιημένο ωάριο τοποθετείται τελικά στη μήτρα, όπου η κύηση θα συνεχιστεί φυσιολογικά (παιδιά του σωλήνα). (Σχολικό Βιβλίο, σελ. 224-225)
====
ΙΙ. α) Ο ερειστικός ιστός αποτελείται από κύτταρα που βρίσκονται μέσα σε άφθονη μεσοκυττάρια ουσία.
Ο ερειστικός ιστός συνδέει δομές μεταξύ τους, προσφέρει στήριξη και προστασία. (Σχολικό Βιβλίο, σελ. 10)
β) Η μεσοκυττάρια ουσία μπορεί να περιέχει δύο τύπων πρωτεϊνικά ινίδια, το κολλαγόνο, που της προσδίδει αντοχή και ελαστικότητα, και την ελαστίνη, που της προσδίδει περισσότερη ελαστικότητα. (Σχολικό Βιβλίο, σελ. 10)
γ) Διακρίνεται σε συνδετικό, χόνδρινο και οστίτη ιστό. (Σχολικό Βιβλίο, σελ. 10)
δ) Οι χονδροβλάστες ανήκουν στον χόνδρινο ιστό, τα λιποκύτταρα είναι κύτταρα του λιπώδη ιστού και τα οστεοκύτταρα είναι κύτταρα σε κοιλότητες του οστίτη ιστού. (Σχολικό Βιβλίο, σελ. 11)
===========
ΘΕΜΑ Δ
Ι. Πρόβλημα στις μεταγγίσεις αίματος αποτελούν τα αντιγόνα τα οποία βρίσκονται στα ερυθρά αιμοσφαίρια ενός δότη σε σχέση με τα αντισώματα τα οποία είναι πιθανό να υπάρχουν στο αίμα του δέκτη. Έτσι σε σχέση με το σύστημα ΑΒΟ, η παρουσία αντιγόνου συγχρόνως με το αντίστοιχο αντίσωμα, που θα μπορούσε να συμβεί κατά τη διάρκεια μη επιτρεπτών μεταγγίσεων, έχει ως αποτέλεσμα την αντίδραση αντιγόνου-αντισώματος, γεγονός, που προκαλεί συγκόλληση των ερυθροκυττάρων. Η κυκλοφορία του αίματος στην περίπτωση αυτή σταματά και ακολουθεί αιμόλυση, που συνεπάγεται το θάνατο του δέκτη. Για να μη συμβεί αιμοσυγκόλληση, πρέπει κατά τις μεταγγίσεις να δίνεται προσοχή, ώστε το αίμα του δότη να μην περιέχει συγκολλητινογόνα αντίστοιχα με τις συγκολλητίνες του δέκτη. Τα ίδια προβλήματα παρουσιάζονται και με τον παράγοντα Ρέζους που είναι μία πρωτεΐνη που επίσης μπορεί να υπάρχει ή όχι στην επιφάνεια των ερυθροκυττάρων ενός ατόμου, αλλά και με οποιαδήποτε άλλη πρωτεΐνη (αντιγόνο) υπάρχει στην επιφάνεια των ερυθροκυττάρων του.
Αφού το συνθετικό αίμα δεν έχει ερυθρά αιμοσφαίρια, αποφεύγονται αυτού του είδους τα προβλήματα. Επίσης αφού είναι συνθετικό σίγουρα δεν θα περιέχει μολυσματικούς παράγοντες, όπως μπορεί πιθανά να περιέχει το αίμα ενός δότη. (Σχολικό Βιβλίο, σελ. 64-65)
ΙΙ. Τα ερυθροκύτταρα ζουν περίπου τέσσερις μήνες. Εφόσον η αιμοσφαιρίνη την οποία περιέχει το συνθετικό αίμα μπορεί να διατηρείται για περισσότερο από 6 μήνες, ικανοποιούνται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα οι ανάγκες των ασθενών που έχουν μειωμένα ποσά αιμοσφαιρίνης στα ερυθροκύτταρά τους.
Τα τριχοειδή αγγεία έχουν εσωτερική διάμετρο όση περίπου κι ένα ερυθρό αιμοσφαίριο (7 μm), που σημαίνει ότι μόνο ένα ερυθρό αιμοσφαίριο χωράει να περάσει μέσα απ' αυτά. Έτσι, αν τα τριχοειδή αγγεία, έχουν στενέψει, εξαιτίας αγγειακών παθήσεων οι ανάγκες των κυττάρων σε οξυγόνο δεν θα μπορούν να ικανοποιηθούν. Η τροποποιημένη αιμοσφαιρίνη του συνθετικού αίματος δεν χρειάζεται ερυθρά αιμοσφαίρια για να μεταφερθεί μέσα στα αγγεία του σώματος, οπότε ακόμη και αν έχουν στενέψει τα τριχοειδή αγγεία η τροφοδοσία των κυττάρων σε οξυγόνο θα είναι αδιάλειπτη. (Σχολικό Βιβλίο, σελ. 48, 60, 67)
Σχολιάστε...